Σάββατο μεσημέρι και εγώ είμαι μόνη. Καθισμένη σ’ ένα από τα παγκάκια του Λυκαβηττού! Κάθομαι εκεί ώρες ολόκληρες και κοιτάζω τα σύννεφα που περνούν από πάνω μου με μεγάλη ταχύτητα, αλλάζοντας μορφή κάθε φορά. Τα βλέπω να παίζουν κρυφτό με τον ήλιο, όπως παίζαμε και εμείς όταν ήμασταν μικροί. Στην αρχή παίζαμε πέτρα-ψαλίδι-χαρτί για να δούμε ποιος θα τα φύλαγε και μετά άρχιζε το μέτρημα μέχρι το 100. Μετράγαμε ανά 5, ανεβαίνοντας στο 10, υποδεχόμασταν το 15 και τρέχαμε στο 20 και όλο αυτό με κανονικό τέμπο. Όταν λοιπόν τελείωνε το παιδί το μέτρημα, ξεκινούσε να ψάχνει για τους υπόλοιπους. Στη διάρκεια όμως του μετρήματος επικρατούσε ησυχία. Τρέχαμε αριστερά-δεξιά, σκαρφαλώναμε σε δέντρα, προσπαθούσαμε να βρούμε την ιδανική κρυψώνα. Ανάμεικτα συναισθήματα. Χαρά, αγωνία, παιδική ανησυχία. Όλοι μας είχαμε αναψοκοκκινισμένα μάγουλα από το τρέξιμο. Η καρδιά μας πήγαινε να σπάσει από την αγωνία και το φόβο μήπως μας ακούσει αυτός που τα φύλαγε και μας βρει. Τότε όλοι μέναμε ακίνητοι. Κρατάγαμε ακόμα και την αναπνοή μας για να μην προδοθούμε από το λαχάνιασμα! Αυτές ήταν αθώες στιγμές, γεμάτες χαρά, ελευθερία και αγάπη! Ήμασταν όλοι μαζί! Ενωμένοι! Ένας για όλους και όλοι για έναν όπως φωνάζαμε πριν από κάθε μας παιχνίδι!!
Τώρα όμως όλα είναι διαφορετικά. Η αθωότητα πέρασε και τη θέση της πήραν η καχυποψία και η πονηριά. Όχι δεν την πήραν απλώς, αλλά την έκλεψαν! Την έκλεψαν όπως μας έκλεψαν την χαρά και την ελευθερία, το σεβασμό και την ειλικρίνεια. Πλέον όλοι φοβόμαστε να περπατήσουμε ανέμελοι στα όμορφα και ήσυχα σοκάκια της Αθήνας, γιατί στη γωνία μας περιμένει το περίεργο, το χυδαίο και το κακό. Τα τρία στάδια του κινδύνου! Μόλις μας δει, μας φλερτάρει και μας κερνάει ένα γύρο σφηνάκια θανάτου. Όμως εμείς σκύβουμε το κεφάλι και προσπερνάμε φοβισμένα, αδιαφορούμε, ακόμα και αν μας ξεριζώνουν λίγο-λίγο την καρδιά μας. Χωρίς αυτήν δεν υπάρχουν αληθινές φιλίες, αγάπη, εμπιστοσύνη. Καταλήγεις μόνος. Μόνος σου, να τριγυρνάς στις πλατείες, στα πάρκα και στις αλάνες ψάχνοντας όλα αυτά τα ωραία που κάποτε έζησες και που τόσο θα ήθελες να ξαναζήσεις. Παρ’ όλα αυτά πιστεύεις ότι δεν χάθηκαν όλα! Υπάρχει ακόμα ελπίδα να επιστρέψουν όλες αυτές οι αξέχαστες στιγμές. Η ελπίδα ότι κάποια μέρα θα μπορέσεις να ξανατραγουδήσεις ελεύθερος κοιτάζοντας κατάματα τον ήλιο που σου χαμογελά καρφιτσωμένος στο απέραντο γαλάζιο τ’ ουρανού.
Όμως εγώ είμαι ακόμα εδώ, στο παγκάκι του Λυκαβηττού, μόνη. Αλλά όχι για πολύ ακόμα. Τους νιώθω να πλησιάζουν, τους ακούω που έρχονται! Διακρίνω τα γέλια των παιδιών που τώρα πια ηχούν δυνατά στα αυτιά μου! Να’ τοι! Ήρθαν οι φίλοι μου που περίμενα να δω με τόση λαχτάρα! Αγκαλιαζόμαστε, φιλιόμαστε και με δακρυσμένα μάτια φωνάζουμε εκείνο το σύνθημα που χαράχτηκε ανεξίτηλα στη μνήμη μας. Ένας για όλους και όλοι για έναν! Μετά από όλα αυτά καταλαβαίνουμε απόλυτα τη σημασία του συνθήματος. Το φωνάζουμε και το πιστεύουμε! Υποσχόμαστε πως δεν θα αφήσουμε ποτέ κανέναν και τίποτα να μας ξαναχωρίσει και πως θα είμαστε Φίλοι Για Πάντα!!! Και αμέσως ξεκινάει ξανά το παιχνίδι…!!
==>Οι φίλοι μας, το στέκι μας και μια χώρα να πάμε… <==